Της Χαράς Καλημέρη

Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα που προσελκύουν ελάχιστους φοιτητές και δεν ικανοποιούν καμία γνωσιακή ανάγκη ή ανάγκη της αγοράς. «Δίδυμα» ή «τρίδυμα» πανεπιστημιακά τμήματα τα οποία απέχουν μεταξύ τους μόλις λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ερευνητικά ινστιτούτα σε παραμεθόριες περιοχές που αναζητούν ρόλο ύπαρξης.

Αυτές, είναι μερικές μόνο από τις στρεβλώσεις στον χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης και έρευνας τις οποίες διαπιστώνει η αρμόδια επιτροπή Διαλόγου, προτείνοντας «λελογισμένες» συγχωνεύσεις ΤΕΙ, ενοποίηση ομοειδών τμημάτων Πανεπιστημίων, καθώς και αλλαγή του μοντέλου διοίκησης των Ερευνητικών Κέντρων ώστε να πάψει να είναι «διευθυντο-κεντρικό». Παράλληλα, εισηγείται τη θέσπιση πρότυπων μεταπτυχιακών σπουδών (ένα ανά περιφέρεια και δύο για την Αττική) σε συνεργασία Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ) και Ερευνητικών Κέντρων (ΕΚ), καθώς και αναμόρφωση των υπαρχόντων.

Ειδικότερα, η πρόταση της υποεπιτροπής Διαλόγου, την οποία παρουσιάζει η «ΗτΣ» και συντάχθηκε από τον πρόεδρο της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, Κώστα Γαβρόγλου και τον καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Σπύρο Γεωργάτο, τονίζει την ανάγκη λήψης σειράς μέτρων με στόχο τη συγκρότηση ενιαίου χώρου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας όπου πανεπιστημιακοί και ερευνητές θα μπορούν είτε να μετακινούνται, ανάλογα με τις ανάγκες και μετά από αξιολογικές κρίσεις, είτε να έχουν «διπλή ιδιότητα» με τη χορήγηση ειδικών επιμισθίων.

«Χρειάζονται απαραιτήτως μέτρα που αντιμετωπίζουν τον κατακερματισμό, τις αλληλεπικαλύψεις και την πολυτυπία των κανόνων διοίκησης ανάμεσα στα ΑΕΙ και τα ΕΚ. Μείζονα θέματα προς αντιμετώπιση είναι καταρχήν η ποιοτική αναβάθμιση των ΤΕΙ και η αντιμετώπιση του γεωγραφικού κατακερματισμού των Πανεπιστημίων. Αυτά όμως τα θέματα συναρτώνται με πολλά άλλα, όπως το ζήτημα της τεχνικής εκπαίδευσης στο σύνολό της, το ζητούμενο της περιφερειακής ανάπτυξης, το πρόβλημα της ανεργίας και το κόστος για τη μεταφορά ή τη denovo δημιουργία υποδομών που χρειάζονται προσεκτική μελέτη», τονίζουν οι συντάκτες της πρότασης, επί της οποίας κόμματα και φορείς καλούνται το αμέσως επόμενο διάστημα να καταθέσουν τις θέσεις τους.

Σύμφωνα με την πρόταση, «σε βραχυ-μεσοπρόθεσμη βάση, εκσεσημασμένα προβλήματα (όπως π.χ., η λειτουργία ΤΕΙ που προσελκύουν ελάχιστους φοιτητές ή ταυτίζονται θεματικά με αντίστοιχα πανεπιστημιακά τμήματα) πρέπει να αντιμετωπισθούν με ένα πρόγραμμα λελογισμένων συγχωνεύσεων ή/και οριζόντιας μετακίνησης προσωπικού. Για τα Πανεπιστήμια, το ελάχιστο που θα έπρεπε να προωθηθεί είναι η ενοποίηση ομοειδών τμημάτων που βρίσκονται σε ιδρύματα της ίδιας γεωγραφικής ζώνης, αλλά ανήκουν σε διαφορετικά ιδρύματα».

Στο πλαίσιο αυτό, γίνεται ακόμη λόγος για «ΤΕΙ που δεν αντέχουν σε κανένα είδος αξιολόγηση και δεν ικανοποιούν καμία γνωσιακή ανάγκη ή ανάγκη της αγοράς παρουσιάζεται το φαινόμενο πανεπιστημιακά τμήματα να βρίσκονται διασκορπισμένα και σε ικανή απόσταση το ένα από το άλλο υπάρχουν, τέλος, «υπό συγκρότηση» Ινστιτούτα σε παραμεθόριες περιοχές να αναζητούν έναν πραγματικό ρόλο ύπαρξης, ενώ στη σφαίρα των βιοϊατρικών επιστημών, εμφανίζεται διπλασιασμός και τριπλασιασμός της ίδιας θεματικής περιοχής μέσα σε μια γεωγραφική επιφάνεια λίγων τετραγωνικών χιλιομέτρων».

Σε ό,τι αφορά δε, τα ερευνητικά κέντρα η πρόταση της υποεπιτροπής αναφέρει ότι, κατά αντιστοιχία προς το διοικητικό καθεστώς των ΑΕΙ, θα μπορούσαν να προσαρμοσθούν σε ένα μοντέλο διαχείρισης πιο συμμετοχικό στο οποίο το επιστημονικό προσωπικό, οι εργαζόμενοι και οι απασχολούμενοι μεταπτυχιακοί και μεταδιδακτορικοί υπότροφοι θα έχουν έναν σημαντικότερο ρόλο.

Προϋποθέσεις
«Τα μέτρα που προτείνονται έχουν σημαντικά δημοσιοοικονομικά οφέλη και ορισμένα εξ αυτών είναι άμεσα εφαρμόσιμα. Παρόλα ταύτα, η αντιμετώπιση των στρεβλώσεων που περιγράφτηκαν πρέπει να γίνει με απόλυτα θεσμικό και συναινετικό τρόπο, υιοθετώντας δύο βασικούς κανόνες», αναφέρουν οι συντάκτες της πρότασης, εξηγώντας ότι:

α) οι όποιες αναδιαρθρώσεις θα πρέπει να εγγυώνται τα εργασιακά δικαιώματα του προσωπικού,

β) η ομογενοποίηση και ο εξορθολογισμός των κανόνων θα πρέπει να γίνει με την προοπτική της περαιτέρω ανάπτυξης των υπαρχουσών θεματικών και την εξασφάλιση της ποιότητας.

Σε ό,τι αφορά την πρόταση περί ενιοποίησης του χώρου της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και έρευνας, οι συντάκτες τονίζουν ότι με τον τρόπο αυτό θα αντιμετωπιστούν μια σειρά χρονίων προβλημάτων όπως;

  • Ελλείμματα προσωπικού και κρισίμων μαζών σε ΑΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα
  • Γεωγραφική απομόνωση επιμέρους ερευνητικών μονάδων, σε συνδυασμό με κατακερματισμό ή εκτεταμένες αλληλεπικαλύψεις ερευνητικών δραστηριοτήτων
  • Αυξημένο λειτουργικό κόστος, σε συνδυασμό με σχετικά μειωμένη αποτελεσματικότητα στη διεκπεραίωση ερευνητικών προγραμμάτων
  • Μειωμένη αξιοποίηση των ερευνητικών αποτελεσμάτων στην «αλυσίδα της καινοτομίας» (βασική έρευνα-εφαρμοσμένη έρευνα-εμπορική αξιοποίηση καινοτόμων εφαρμογών)
  • Πολυτυπία εργασιακών σχέσεων και διοικητικών/διαχειριστικών πρακτικών στα ΕΚ
  • Ακαδημαϊκή και μισθολογική ανισοτιμία των εργαζομένων στα ΑΕΙ και τα ΕΚ.

Γερμανικά πρότυπα
Εθνικό Ίδρυμα Ερευνας και Εικονικά Ινστιτούτα

Προϋπόθεση για να επιτευχθεί η συνεργασία ανάμεσα στα ΑΕΙ και τα ερευνητικά κέντρα είναι, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, η δημιουργία ενός Εθνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας με πόρους που θα προέρχονται κυρίως από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Το ίδρυμα αυτό προτείνεται να λειτουργεί στα πρότυπα του Γερμανικού Οργανισμού Ερευνητικής Χρηματοδότησης που υποστηρίζει όλους τους κλάδους των θετικών και των ανθρωπιστικών επιστημών, ενώ στη διοίκησή του συμμετέχουν Πανεπιστήμια, ΕΚ, Επιστημονικές Ενώσεις και Ακαδημίες Επιστημών.

Παράλληλα, προτείνεται η ίδρυση Εικονικών Ινστιτούτων (virtual institutes) που περιλαμβάνουν θεματικά συγγενείς ομάδες σε ΑΕΙ και ΕΚ, ανεξάρτητα από γεωγραφική περιοχή. Ο θεσμός αυτός δεν προϋποθέτει νέες υποδομές και μετακινήσεις, παρά μόνο δια-δικτυακή επικοινωνία και στόχο έχει την ανάπτυξη στενής συνεργασίας ανάμεσα σε διαφορετικές ερευνητικές ομάδες που μοιράζονται κοινά ενδιαφέροντα ώστε να δημιουργηθούν κρίσιμες μάζες που μπορούν σε δεύτερο χρόνο να διεκδικήσουν ανταγωνιστική χρηματοδότηση. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα επιτυχημένης εφαρμογής των εικονικών ινστιτούτων σε μεγάλη κλίμακα είναι το Solar System Exploration Research Virtual Institute που δημιούργησε η NASA.

imerisia.gr